ΝΟΜΟΣ ΥΠ΄ΑΡΙΘΜ. 2458 της 14.2.1997 « Σύσταση Κλάδου Ασφάλισης Αγροτών και άλλες διατάξεις» (Α΄15).

Άρθρο 1 : Σύσταση – Σκοπός

  1. 1. Συνιστάται στον Οργανισμό Γεωργικών Ασφαλίσεων (Ο.Γ.Α.) αυτοτελής Κλάδος Κύριας Ασφάλισης Αγροτών, αποκαλούμενος εφεξής για συντομία "Κλάδος".
  2. 2. Σκοπός του Κλάδου είναι η χορήγηση κύριας σύνταξης στα πρόσωπα που αναφέρονται στο επόμενο άρθρο σε περίπτωση γήρατος και αναπηρίας και στα μέλη της οικογενείας τους σε περίπτωση θανάτου.
  3. 3. Ο Κλάδος έχει οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια και διοικείται από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ο.Γ.Α. Ο προϋπολογισμός, απολογισμός και ισολογισμός του Κλάδου περιλαμβάνονται αυτοτελώς στο γενικό Προϋπολογισμό, απολογισμό και ισολογισμό του Ο.Γ.Α. Το ποσοστό συμμετοχής του Κλάδου στις δαπάνες διοίκησης καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και κοινωνικών Ασφαλίσεων ύστερα από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Γ.Α.
  4. 4. Η λειτουργία του Κλάδου αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 1998.
  5. 5. Ο Κλάδος Πρόσθετης Ασφάλισης Αγροτών, που συνεστήθη με το Ν.1745/87 (ΦΕΚ 234 Α'), καταργείται από το χρόνο έναρξης λειτουργίας του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών, ο οποίος καθίσταται καθολικός διάδοχός του.

 

Άρθρο 2 : Ασφαλισμένοι

Στην ασφάλιση του Κλάδου υπάγονται υποχρεωτικά και αυτοδίκαια όλα τα πρόσωπα που ασφαλίζονται στον Ο.Γ.Α. σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις. Στις περιπτώσεις που και οι δύο σύζυγοι υπάγονται στην ασφάλιση του Ο.Γ.Α., η ασφάλιση είναι υποχρεωτική για τον ένα εκ των συζύγων ύστερα από κοινή δήλωσή τους.

“Πρόσωπα ηλικίας κάτω των 22 ετών, που έχουν τις προϋποθέσεις ασφάλισης στον Ο.Γ.Α., μπορούν, ύστερα από αίτησή τους, να ασφαλισθούν στον Κλάδο από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους εκείνου της συμπλήρωσης του 18ου έτους της ηλικίας τους” (προσθ. από την παρ. 1 του άρθρου 67 του Ν. 2676/99, ΦΕΚ-1 Α’)

Αν δεν υποβληθεί η παραπάνω κοινή δήλωση, η ασφάλιση χωρεί υποχρεωτικά και για τους δύο συζύγους. Ειδικά, οι μοναχοί και οι μοναχές που αναφέρονται στην παρ.2 του άρθρου 5 του Ν.Δ/τος 1390/73 (ΦΕΚ 103 Α') υπάγονται στην ασφάλιση του Κλάδου προαιρετικά. Οι μοναχοί και οι μοναχές ασφαλίζονται στον Κλάδο Ασθενείας του Ο.Γ.Α., χωρίς την προϋπόθεση υπαγωγής τους στην Ασφάλιση του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών.

Η υπαγωγή στην ασφάλιση αρχίζει την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους από τη συμπλήρωση του 21ου έτους της ηλικίας και λήγει στο τέλος του έτους συμπλήρωσης του 64ου έτους της ηλικίας ή την τελευταία ημέρα του μήνα πριν από το θάνατο ή την έναρξη συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας και για όσο χρόνο διαρκεί η αναπηρία. Η ασφάλιση μπορεί να παραταθεί, ύστερα από αίτηση του ασφαλισμένου και πέραν του 64ου έτους της ηλικίας και μόνο για όσο χρόνο απαιτείται για τη θεμελίωση δικαιώματος συνταξιοδότησης λόγω γήρατος.

«Συνταξιούχοι οποιουδήποτε ασφαλιστικού φορέα από έμμεσο δικαίωμα υπάγονται προαιρετικά στην ασφάλιση του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών που συστήθηκε με το Ν. 2458/97, εφόσον ασκούν επάγγελμα για το οποίο, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία υπάγονται στην ασφάλιση του ΟΓΑ»

Το εδάφιο μέσα σε εισαγωγικά προστέθηκε από την παρ. 13γ του άρθρου 20 του ν. 2556/97, (Α΄270).

Με την παρ. 11 του άρθρου 40 του ν. 4387/12.5.16, (Α΄85), ορίζεται ότι : «11.  Οι διατάξεις του άρθρου 34 του Ν. 1140/1981, του άρθρου 2 του Ν. 2458/1997, καθώς και της παρ. 7 υποπερίπτωση ια΄ 6 του Ν. 4093/2012, σε ό,τι αφορά στο ανώτατο όριο ηλικίας καταργούνται».

Με την παρ. 7 του άρθρου 2 του ν. 3227/04, (Α΄31) ορίζεται ότι : «Αγρότισσες ασφαλισμένες στον κλάδο κύριας ασφάλισης αγροτών του Ν. 2458/1997 (ΦΕΚ 15 Α΄), όπως ισχύει, απαλλάσσονται για κάθε τέκνο που αποκτούν πλέον του ενός από την υποχρέωση καταβολής εισφορών υπέρ Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων (Ο.Γ.Α.) για τους κλάδους σύνταξης ασθενείας και για το Λογαριασμό Αγροτικής Εστίας επί ένα έτος από τη γέννηση κάθε τέκνου από το δεύτερο τέκνο και μετά. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων προσδιορίζεται η διαδικασία και τα δικαιολογητικά που υποβάλλονται για την απαλλαγή και κάθε άλλο σχετικό θέμα»

 

Άρθρο 5 : Προϋποθέσεις συνταξιοδότησης λόγω γήρατος

  1. 1. Οι ασφαλισμένοι δικαιούνται σύνταξη γήρατος, εφόσον πληρούν αθροιστικά τις παρακάτω προϋποθέσεις:
    1. α) έχουν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας τους,
    2. β) έχουν πραγματοποιήσει χρόνο ασφάλισης και καταβολή εισφορών για πέντε (5) έτη περιλαμβανομένου και του χρόνου ασφάλισης της παρ.2 του παρόντος άρθρου. Από το έτος 2004, ο χρόνος των πέντε (5) ετών προσαυξάνεται, ανά ημερολογιακό έτος, κατά ένα (1) έτος μέχρι τη συμπλήρωση τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ετών ασφάλισης και αντίστοιχης καταβολής εισφορών. «Χρόνος συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας από τον Κλάδο ή τον ΟΓΑ συνυπολογίζεται στο χρόνο ασφάλισης μόνο για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος.»
      1. Η τελευταία περίοδος της περ.β της παρ.1 του άρθρου 5 τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 5 του άρθρου 83 του ν. 3996/5.8.11, (Α΄170).

Άρθρο 6 : Προϋποθέσεις συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας

  1. 1. Οι ασφαλισμένοι δικαιούνται σύνταξη αναπηρίας, εφόσον πληρούν αθροιστικά τις παρακάτω προϋποθέσεις:
    1. α) 'Εγιναν ανάπηροι σε ποσοστό τουλάχιστον 67% λόγω παθήσεως ή βλάβης ή εξασθένησης σωματικής ή πνευματικής μεταγενέστερης της υπαγωγής στην ασφάλιση, ετήσιας τουλάχιστον διάρκειας κατά ιατρική πρόβλεψη.
    2. β) 'Εχουν πραγματοποιήσει χρόνο ασφάλισης και καταβολής εισφορών πέντε (5) ετών, από τα οποία δύο (2) έτη μέσα στην πενταετία που προηγείται του έτους που έγιναν ανάπηροι ή έχουν πραγματοποιήσει δεκαπέντε (15) έτη ασφάλισης και καταβολής εισφορών, περιλαμβανομένου και του χρόνου ασφάλισης της παρ.2 του άρθρου 5 του παρόντος νόμου. Ασφαλισμένοι οι οποίοι δεν έχουν συμπληρώσει το 26ο έτος της ηλικίας τους δικαιούνται να συνταξιοδοτηθούν λόγω αναπηρίας, αν έχουν καταβάλει τις προβλεπόμενες εισφορές για όλο το χρονικό διάστημα από της υποχρεωτικής υπαγωγής τους στην ασφάλιση μέχρι του χρόνου επέλευσης της αναπηρίας. Το χρονικό αυτό διάστημα δεν μπορεί να είναι μικρότερο από ένα (1) έτος.
  2. 2. Για τη διαπίστωση της αναπηρίας του ασφαλισμένου γνωμοδοτούν οι αρμόδιες υγειονομικές επιτροπές, οι οποίες, εκτός από τη διαπίστωση της φύσεως των αιτιών, της εκτάσεως και της διάρκειας της σωματικής ή της πνευματικής παθήσεως του ασφαλισμένου, αποφαίνονται και για την επίδραση αυτών στην καθολική ικανότητά του για άσκηση του συνήθους ή παρεμφερούς επαγγέλματός του ή την ανάκτηση της ικανότητας αυτής.
  3. 3. Η σύνταξη λόγω αναπηρίας απονέμεται για όσο χρόνο ορίζεται από τις αρμόδιες υγειονομικές επιτροπές, παρατείνεται δε με την ίδια διαδικασία και για τον εκάστοτε οριζόμενο από τις υγειονομικές επιτροπές χρόνο ανικανότητας. Η σύνταξη λόγω αναπηρίας μπορεί να είναι οριστική, εφόσον οι υγειονομικές επιτροπές γνωματεύσουν ότι η ανικανότητα είναι μόνιμη. Η σύνταξη λόγω αναπηρίας καθίσταται αυτοδικαίως οριστική όταν ο συνταξιούχος:
    1. α. 'Εχει συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας του και χρόνο συνταξιοδότησης επτά (7) ετών συνεχώς, κατά την διάρκεια των οποίων υποβλήθηκε σε τρεις τουλάχιστον εξετάσεις από τις οικείες υγειονομικές επιτροπές.
    2. β. 'Εχει συμπληρώσει το 60ο έτος της ηλικίας του και χρόνο συνταξιοδότησης (5) ετών συνεχώς, κατά την διάρκεια των οποίων υποβλήθηκε σε δύο τουλάχιστον εξετάσεις από τις οικείες υγειονομικές επιτροπές.
    3. γ. 'Εχει συμπληρώσει συνεχή 12ετία συνταξιοδότησης, ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας.
    4. δ. 'Εχει συμπληρώσει 20ετή διακεκομμένη συνταξιοδότηση, αλλά από τριετίας συνεχή, ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας. «Οι διατάξεις της παραγράφου 3 έχουν εφαρμογή και για τα πρόσωπα που έχουν συνταξιοδοτηθεί ή θα συνταξιοδοτηθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4575/1966, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει
      1. Η παρ. 4 που είχε προστεθεί με την παρ. 1 του άρθρου 9 του ν. 2747/99, (Α΄226), τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 2 του άρθρου 41 του ν. 2972/01 (Α΄291).
  4.  

Άρθρο 7 : Προϋποθέσεις συνταξιοδότησης λόγω εργατικού ατυχήματος ή ατυχήματος εκτός εργασίας

  1. 1. Ο ασφαλισμένος δικαιούται σύνταξη αναπηρίας ανεξαρτήτως χρόνου ασφάλισης, αν η αναπηρία οφείλεται σε εργατικό ατύχημα ή ατύχημα κατά την απασχόληση. Η προθεσμία υποβολής της αίτησης συνταξιοδοτήσεως, η διαδικασία αναγγελίας και διαπίστωσης του εργατικού ατυχήματος ή ατυχήματος κατά την απασχόληση καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από γνώμη του Δ.Σ. του Ο.Γ.Α.
  2. 2. Επί ατυχήματος εκτός εργασίας ή απασχόλησης, περί του οποίου κρίνουν τα αρμόδια όργανα του Ο.Γ.Α., ο ασφαλισμένος δικαιούται σύνταξη αναπηρίας, αν έχει πραγματοποιήσει το μισό χρόνο ασφάλισης που απαιτείται σύμφωνα με τις διατάξεις του προηγούμενου άρθρου για τη συνταξιοδότηση λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο.

Άρθρο 8 : Προϋποθέσεις συνταξιοδότησης λόγω θανάτου

 

  1. 1. Σε περίπτωση θανάτου συνταξιούχου ή ασφαλισμένου, ο οποίος έχει πραγματοποιήσει το χρόνο ασφάλισης που ορίζεται στα άρθρα 6 παράγραφος 1 και 7 του παρόντος νόμου, για τη συνταξιοδότηση λόγω αναπηρίας δικαιούνται σύνταξη: α) ο επιζών σύζυγος ή η σύζυγος, εφόσον δεν συνταξιοδοτείται από οποιαδήποτε άλλη πηγή, περιλαμβανομένου και του Ο.Γ.Α., β) τα προστατευόμενα παιδιά, εφόσον είναι νόμιμα ή νομιμοποιηθέντα ή αναγνωρισθέντα ή υιοθετηθέντα και προκειμένου για γυναίκα και τα φυσικά αυτής παιδιά, με την προϋπόθεση ότι: αα) είναι άγαμα και δεν έχουν συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους. Το όριο αυτό παρατείνεται μέχρι του 24ου έτους, εφόσον φοιτούν σε ανώτερες ή ανώτατες αναγνωρισμένες σχολές του εσωτερικού ή του εξωτερικού ή ββ) κατά το χρόνο του θανάτου του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου, είναι ανίκανα για κάθε εργασία, εφόσον η ανικανότητά τους επήλθε πριν από τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας τους ή κατά τη διάρκεια της φοίτησης. Ειδικά, για παιδιά που πάσχουν από νευροψυχιατρικές παθήσεις ή ανικανότητα για κάθε εργασία που οφείλεται στις παθήσεις αυτές, απαιτείται να έχει επέλθει πριν τη συμπλήρωση του 25ου έτους της ηλικίας
    1. Η παρ. 1 του άρθρου 8 τροποποιήθηκε ως άνω με την παρ. 3α του άρθρου 53 του ν. 3518/06, (Α΄272).

  2. 2. Δικαιούχοι της προηγούμενης παραγράφου που έχουν ή αποκτούν παράλληλα δικαίωμα συνταξιοδότησης από τον Ο.Γ.Α., λόγω γήρατος ή αναπηρίας, βάσει του Ν.4169/61, του Ν.Δ/τος 4575/66 ή του παρόντος νόμου, δικαιούνται να επιλέξουν τη μία από τις συντάξεις αυτές.
  3. 3. Το δικαίωμα σύνταξης των, κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, προσώπων καταργείται: α)με το θάνατό τους, β)με την τέλεση γάμου κατά το ημεδαπό ή αλλοδαπό δίκαιο, γ)με τη συμπλήρωση των ορίων ηλικίας ή παύση της ανικανότητας για εργασία προκειμένου περί παιδιών.
  4. 4. Το εφάπαξ βοήθημα για έξοδα κηδείας, που προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 4 του ν. 4169/1961, όπως ισχύει, καταβάλλεται και στις περιπτώσεις θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών με τις ίδιες προϋποθέσεις και όρους και εφόσον δεν θεμελιώνεται δικαίωμα χορηγήσεως του βοηθήματος αυτού σύμφωνα με την ανωτέρω διάταξη. Για την καταβολή του βοηθήματος αυτού σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου απαιτείται ο θανών να ήταν εγγεγραμμένος στα Μητρώα Ασφαλισμένων του Κλάδου τουλάχιστον για όλο το προ του θανάτου του ημερολογιακό εξάμηνο και να μην οφείλονται καθυστερούμενες ασφαλιστικές εισφορές. Εάν ο θάνατος του ασφαλισμένου οφείλεται σε εργατικό ατύχημα, το ανωτέρω βοήθημα καταβάλλεται ανεξάρτητα από το χρόνο ασφάλισης. Η διαπίστωση του ατυχήματος γίνεται σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στην Φ.34α/169/29.5.1998 (ΦΕΚ 579 Β΄) υπουργική απόφαση, όπως ισχύει
    1. Η παρ. 4 του άρθρου 8 προστέθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 8 του ν. 3050/02, (Α΄214).
    2.  

Άρθρο 9 : Υπολογισμός σύνταξης λόγω γήρατος ή αναπηρίας

 

 

  1. 1. Η μηνιαία σύνταξη λόγω γήρατος ή αναπηρίας συνίσταται σε ποσοστό 2% επί των, κατά το άρθρο 4 του νόμου αυτού, ασφαλιστικών κατηγοριών στις οποίες έχουν υπαχθεί για κάθε έτος ασφάλισης, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί κατά το χρόνο έναρξης της συνταξιοδότησης. Για τον υπολογισμό της σύνταξης, χρόνος ασφάλισης μεγαλύτερος των έξι μηνών θεωρείται πλήρες έτος. Το ποσό της σύνταξης προσαυξάνεται με επίδομα για τον σύζυγο ή τη σύζυγο που δεν συνταξιοδοτείται από οποιαδήποτε πηγή, περιλαμβανομένου και του Ο.Γ.Α. ή τον σύζυγο ή τη σύζυγο που δεν ασκεί άλλη εργασία, πλην της υπαγομένης στην ασφάλιση του Ο.Γ.Α.. Το επίδομα αυτό ισούται με ποσοστό 10% επί του ποσού της 1ης ασφαλιστικής κατηγορίας και προσαυξάνεται με επίδομα παιδιών, που ισούται με ποσοστό επί του ποσού της 1ης ασφαλιστικής κατηγορίας, 8% για το πρώτο παιδί, 10% για το δεύτερο παιδί, 12% για το τρίτο και άνω παιδιά, εφόσον είναι άγαμα και ανήλικα και δεν εργάζονται ή είναι ανίκανα για κάθε βιοποριστική εργασία και δεν λαμβάνουν σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, περιλαμβανομένου και του Ο.Γ.Α. ή του Κλάδου. Ειδικά, για παιδιά που πάσχουν από νευροψυχιατρικές παθήσεις ή ανικανότητα για κάθε εργασία που οφείλεται στις παθήσεις αυτές, απαιτείται να έχει επέλθει πριν από τη συμπλήρωση του 25ου έτους της ηλικίας. Το όριο αυτό παρατείνεται μέχρι του 24ου έτους, εφόσον φοιτούν σε ανώτερες ή ανώτατες αναγνωρισμένες σχολές του εσωτερικού ή εξωτερικού. Εφόσον ο έτερος των γονέων είναι συνταξιούχος του Ο.Γ.Α. ή του κλάδου, η προσαύξηση χορηγείται, κατ’ επιλογή τους, στον έναν εκ των συζύγων
    1. Η  παρ. 1 του άρθρου 9 που είχε τροποποιηθεί με την παρ. 10 του άρθρου 7 του ν. 3232/04, τροποποιήθηκε και πάλι ως άνω με την παρ. 3β του άρθρου 53 του ν. 3518/06, (Α΄272).

  2. 2. Το ποσό της σύνταξης δεν μπορεί να είναι κατώτερο του ποσού που αντιστοιχεί σε δεκαπέντε (15) έτη ασφάλισης στην πρώτη (1η) ασφαλιστική κατηγορία για τους συνταξιούχους αναπηρίας από κοινή νόσο ή εξωεργατικό ατύχημα και σε είκοσι (20) έτη ασφάλισης στην πρώτη (1η) ασφαλιστική κατηγορία για τους συνταξιούχους από εργατικό ατύχημα.
  3. 3. Ειδικά για τους δικαιούχους σύνταξης που έχουν πραγματοποιήσει χρόνο ασφάλισης τόσο στον Κλάδο, όσο και στον Κλάδο Πρόσθετης Ασφάλισης, το ποσό της σύνταξης για το χρόνο που διανύθηκε στην ασφάλιση του Κλάδου υπολογίζεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ.1 του παρόντος άρθρου και για το χρόνο Ασφάλισης που διανύθηκε στον Κλάδο Πρόσθετης Ασφάλισης υπολογίζεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 7 του Ν.1745/87. Το ποσό της καταβλητέας σύνταξης του Κλάδου αποτελείται από το άθροισμα των δύο αυτών ποσών.

Με την παρ. Ι του άρθρου 138 του ν. 4052/1.3.12, (Α΄41), ορίζεται ότι : «I. Για τον υπολογισμό των ποσών που προβλέπονται από τις κατωτέρω διατάξεις λαμβάνεται υπόψη το ύψος του ποσού του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη της 31.12.2011:

    1. α) η αναγνώριση χρόνων ασφάλισης με εξαγορά των άρθρων 39- 41, 56 του ν. 3996/2011 (Α΄ 170), του άρθρου 2 παρ. 3 του ν. 1358/1983 (Α΄ 64), του άρθρου 40 παρ. 2 του ν. 2084/1992 (Α΄ 165), του άρθρου 20 του ν. 3232/2004 (Α΄ 48),
    2. β) του άρθρου 63 του ν. 2676/1999 (Α΄ 1), όπως αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 16 του ν. 3863/2010 (Α΄ 115),
    3. γ) του άρθρου 14 του ν. 3863/2010,
    4. δ) του άρθρου 29 παρ. 3 του ν. 1846/1951 (Α΄ 179), όπως ισχύει,
    5. ε) των άρθρων 8 και 17 του π.δ. 419/1983 (Α΄ 154), όπως ισχύουν, καθώς και του άρθρου 14 παρ. 5 του ν. 3232/2004 (Α΄ 48),
    6. στ) των άρθρων 8 και 17 του π.δ. 419/1980 (Α΄ 115), όπως ισχύουν, καθώς και του άρθρου 14 παρ. 5 του ν. 3232/2004 (Α΄ 48),
    7. ζ) του άρθρου 25 του ν. 3846/2010 (Α΄ 65),
    8. η) του άρθρου 9 παρ. 1 του Κανονισμού Παροχών ΤΕΑΥΕΚ,
    9. θ) όπου από τις κείμενες διατάξεις των Καταστατικών των φορέων επικουρικής ασφάλισης προβλέπεται αναστολή σύνταξης λόγω απασχόλησης συνταξιούχων,
    10. ι) του άρθρου 7 παρ. 1 του ν.1745/1987 (Α΄ 234) και του άρθρου 9 παρ. 3 του ν. 2458/1997 (Α΄ 15),
    11. ια) του άρθρου 11 παρ. 3 του ν. 2458/1997 και του άρθρου 13 παρ. 1 του ν. 2458/1997, όπως ισχύει»
  1. 4. Οι συνταξιούχοι του Κλάδου δικαιούνται δώρου Χριστουγέννων ίσου προς το ποσό μιας μηνιαίας σύνταξης και Πάσχα, καθώς και θερινού επιδόματος ίσων προς το ποσό μισής μηνιαίας σύνταξης.
  2. 5. Το ποσό της μηνιαίας σύνταξης στρογγυλοποιείται στην αμέσως επόμενη δεκάδα δραχμών.
    1. Οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 9 του ν. 2458/1997 και της παραγράφου 7 του άρθρου 7 του ν. 1745/1987 καταργούνται από της ισχύος τους. Από 1.1.2002 και εφεξής τα ποσά της Κύριας και της Πρόσθετης Σύνταξης του Ο.Γ.Α. θα στρογγυλοποιούνται στην αμέσως επόμενη πεντάδα εκατοστών του ευρώ  με την παρ. 4 του άρθρου 35 του ν. 2972/01, (Α΄291) .

  3. 6. [Καταργήθηκε με την παρ. 8β του άρθρου 7 του ν. 3232/04, (Α΄48).]
  4. 7. Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 του άρθρου 42 του Ν.1140/81 (ΦΕΚ 68 Α'), όπως έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν, εφαρμόζονται αναλόγως στους ασφαλισμένους και συνταξιούχους του Κλάδου. Το ποσό της προσαύξησης της σύνταξης λόγω απολύτου αναπηρίας δεν μπορεί να είναι κατώτερο του ποσού που αντιστοιχεί σε είκοσι πέντε (25) έτη ασφάλισης στην 1η ασφαλιστική κατηγορία και καταβάλλεται μόνο αν ο συνταξιούχος δεν δικαιωθεί την προβλεπόμενη από το άρθρο 14 του Π.Δ/τος 334/88 (ΦΕΚ 154 Α') προσαύξηση, ως συνταξιούχος αναπηρίας του Ο.Γ.Α.
  5. 8. Οι διατάξεις της νομοθεσίας του Ο.Γ.Α., που αφορούν την έναρξη και τη λήξη του δικαιώματος σύνταξης, καθώς και κάθε άλλο θέμα που δεν ρυθμίζεται διαφορετικά από τις διατάξεις του παρόντος νόμου και του προεδρικού διατάγματος, που προβλέπει το άρθρο 16, εφαρμόζονται ανάλογα και στον Κλάδο.
    1. Με την παρ. 1 του άρθρου 35 του ν. 2972/01, (Α΄291) ορίζεται ότι : «1. Τα ποσά κύριας σύνταξης που έχουν χορηγηθεί ή πρόκειται να χορηγηθούν μέχρι 31.12.2001 από τον Ο.Γ.Α., σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 9 και 10 του ν. 2458/1997, επανυπολογίζονται σε ευρώ την 1.1.2002 ως εξής:
    2. α) Τα ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών του άρθρου 4 του ν. 2458/1997 μετατρέπονται από δραχμές σε ευρώ αναδρομικά από 1.1.1998 σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 2842/2000.
    3. β) Τα ποσά του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη που ίσχυαν υπό 1.1.1988 μετατρέπονται από δραχμές σε ευρώ, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 2842/2000.
    4.  
    5. Ο υπολογισμός των ποσών των συντάξεων που προβλέπεται από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 9 του ν. 2458/1997 θα γίνει με βάση τα ποσά που θα προκύψουν από τις παραπάνω μετατροπές. Τα τελικά ποσά των συντάξεων θα στρογγυλοποιούνται στην αμέσως επόμενη πεντάδα εκατοστών του ευρώ».
    6.  

Άρθρο 10 : Υπολογισμός σύνταξης λόγω θανάτου

  1. 1. Το ποσό της σύνταξης των κατά το άρθρο 8 του παρόντος νόμου μελών οικογενείας υπολογίζεται επί του ποσού της σύνταξης που ελάμβανε ο θανών συνταξιούχος γήρατος ή αναπηρίας ή θα εδικαιούτο ο θανών ασφαλισμένος από τον Κλάδο και ορίζεται:
    1. α)για το χήρο ή τη χήρα σε ποσοστό 50%, β)για κάθε παιδί σε ποσοστό αυτής 25%. Αν πρόκειται για παιδί ορφανό και από τους δύο γονείς το ποσοστό αυτό διπλασιάζεται, εκτός αν δικαιούται σύνταξη και από τους δύο γονείς.
  2. 2. Το συνολικό ποσό της σύνταξης το οποίο δικαιούνται λόγω θανάτου ο ή η σύζυγος και τα τέκνα δεν μπορεί να είναι ανώτερο του 100%, της σύνταξης του θανόντος. Σε περίπτωση που το άθροισμα των ποσοστών υπερβαίνει το 100%, οι συντάξεις των μελών οικογενείας μειώνονται αναλόγως.

Άρθρο 12 : Καταβολή σύνταξης Ο.Γ.Α.

  1. 1. Όσοι καθίστανται συνταξιούχοι λόγω γήρατος δικαιούνται παράλληλα και τη συνταξιοδοτική παροχή που προβλέπεται από το άρθρο 4 του ν. 4169/1961, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις του ανωτέρω άρθρου. Όσοι καθίστανται συνταξιούχοι λόγω γήρατος με δεκαπέντε τουλάχιστον έτη ασφάλισης στον Ο.Γ.Α. δικαιούνται με τις ίδιες χρονικές προϋποθέσεις και τη συνταξιοδοτική παροχή, που προβλέπεται από το άρθρο 4 του ν. 4169/1961, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, επιφυλασσομένων των διατάξεων του δ’ εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 4169/1961. Όσοι καθίστανται συνταξιούχοι λόγω αναπηρίας δικαιούνται με τις ίδιες προϋποθέσεις και τη συνταξιοδοτική παροχή του ν.δ. 4575/1966, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, επιφυλασσομένων των διατάξεων του δ’ εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 4169/1961.

Η παρ.1 τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 1 του άρθρου 41 του ν. 2972/01,(Α΄291).

Με την παρ. 1 του άρθρου 41 του Ν. 2972/01, (Α΄291), ορίζεται ότι : «Οι ανωτέρω διατάξεις εφαρμόζονται και στις εκκρεμείς υποθέσεις».

  1. 2. Για τους ασφαλισμένους, που αρχίζουν να συνταξιοδοτούνται από τον Κλάδο από το έτος 2003 μέχρι το έτος 2026, το ποσό της παραπάνω σύνταξης του Ο.Γ.Α., όπως αυτό διαμορφώνεται κάθε φορά, μειώνεται ανάλογα με το έτος έναρξης της συνταξιοδότησης, σύμφωνα με τον επόμενο πίνακα: 'Ετος έναρξης Ποσοστό μείωσης σύνταξης συνταξιοδότησης Ν.4169/61 και Ν.Δ/τος 4575/66 2003 4% 2004 8% 2005 12% 2006 16% 2007 20% 2008 24% 2009 28% 2010 32% 2011 36% 2012 40% 2013 44% 2014 48% 2015 52% 2016 56% 2017 60% 2018 64% 2019 68% 2020 72% 2021 76% 2022 80% 2023 84% 2024 88% 2025 92% 2026 96%
  2. 3. Οι ασφαλισμένοι των οποίων η συνταξιοδότηση από τον Κλάδο θα αρχίσει από 1.1.2027 και εφεξής δεν δικαιούνται σύνταξη από τον Ο.Γ.Α. κατά τις διατάξεις του Ν.4169/61.
  3. 4. Ασφαλισμένοι του Ο.Γ.Α., οι οποίοι συμπληρώνουν το 65ο έτος της ηλικίας τους μετά την 31.12.2002 ή καθίστανται ανάπηροι μετά την ημερομηνία αυτή, δεν δικαιούνται τη συνταξιοδοτική παροχή που προβλέπεται από το Ν.4169/61 και το Ν.Δ.4575/66 με την επιφύλαξη των καθοριζομένων από την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. (Κατ’ εξαίρεση δικαιούνται τη βασική σύνταξη γήρατος που προβλέπεται από το ν. 4169/1961, επιφυλασσομένων των διατάξεων του εδαφίου δ΄της παρ. 1 του άρθρου 4 του ιδίου νόμου, ασφαλισμένοι του Ο.Γ.Α., οι οποίοι, κατά την 1.1.1998, που άρχισε να λειτουργεί ο κλάδος κύριας ασφάλισης είχαν συμπληρώσει το λιγότερο είκοσι πέντε (25) χρόνια ασφάλισης στον Ο.Γ.Α., μετά τη συμπλήρωση του 21ου έτους της ηλικίας τους. Με τις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου κρίνονται και εκκρεμείς υποθέσεις. Στους συνταξιοδοτούμενους αυτής, σύμφωνα με τα προηγούμενα εδάφια, δεν έχει εφαρμογή η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 2458/1997 )
    1. Το εδάφιο προσέθηκε στο τέλος της παρ. 4 του άρθρου 12 με την παρ. 8 του άρθρου 53 του ν. 3518/06, (Α΄272) .

      Οι εκκρεμείς υποθέσεις κρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 2458/1997, όπως ισχύουν μετά την κατάργηση των διατάξεων που αναφέρονται στο ανωτέρω εδάφιο με την παρ. 4 του άρθρου 41 του ν. 4075/11.4.12, (Α΄89).

  4. 5. Τα ποσά των συντάξεων του Ο.Γ.Α. (Ν.4169/61) όπως διαμορφώθηκαν σύμφωνα με τη διάταξη της παρ.1 του άρθρου 13 του Ν.2335/95 (ΦΕΚ 185 Α'), αυξάνονται από 1.1.97 κατά το ποσοστό μεταβολής του δείκτη των τιμών καταναλωτή της περιόδου 1.9.95 μέχρι 31.12.96.
  5.  
  6. (6. Τα ποσά των συντάξεων του Ο.Γ.Α. (Ν.4169/61), καθώς και τα ποσά των συντάξεων του Κλάδου Πρόσθετης Ασφάλισης (Ν.1745/87) αναπροσαρμόζονται από 1ης Ιανουαρίου 1997 και εφεξής κατά το ποσοστό μεταβολής του δείκτη τιμών καταναλωτή του έτους που αφορά την αναπροσαρμογή, όπως αυτό καθορίζεται κάθε φορά με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας καθορίζεται και το καταβλητέο από 1ης Ιανουαρίου του επόμενου της αυξήσεως ημερολογιακού έτους διορθωτικό ποσό που τυχόν προκύπτει, λόγω διαφοράς μεταξύ του καθορισθέντος και του πραγματικού ποσοστού αυξήσεως του παραπάνω δείκτη )
    1. Η παρ. 6 του άρθρου 12 καταργήθηκε με την παρ. 8β του άρθρου 7 του ν. 3232/04, (Α΄48).

      Με την παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 2768/99, (Α΄273), ορίζεται ότι : «Η προβλεπόμενη από τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 12 του ν. 2458/1997 (ΦΕΚ 15 Α') αύξηση των ποσών των μηνιαίών βασικών Συντάξεων που καταβάλλoνται από τον Ο.Γ.Α. (ν. 4169/1961) ορίζεται για το έτος 2000 σε δραχμές δέκα χιλιάδες (10.000), που θα αρχίσει να καταβάλλεται από 1 τις Ιανουαρίου του ίδιου έτους».

      Με την παρ.1 του άρθρου 21 του ν.2873/00, (Α΄285), ορίζεται ότι:

      «Η προβλεπόμενη από τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 12 του ν. 2458/1997 (ΦΕΚ 15 Α') αύξηση των ποσών των μηνιαίων βασικών συντάξεων που καταβάλλονται από τον Ο.Γ.Α. (ν. 416/1961) ορίζεται από 1ης Ιανουαρίου 2001 σε πέντε χιλιάδες (5.000) δραχμές και από 1ης Ιανουαρίου 2002 επίσης σε άλλες πέντε χιλιάδες (5.000) δραχμές».

      Με το άρθρο 7 του ν. 3220/04, (Α΄15) ορίζεται ότι : «Η προβλεπόμενη από τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 12 του Ν. 2458/1997 (ΦΕΚ 15 Α’) αύξηση των ποσών των μηνιαίων βασικών συντάξεων που καταβάλλονται από τον Οργανισμό Γεωργικών Ασφαλίσεων (Ο.Γ.Α.) (Ν. 4169/1961), ορίζεται από 1ης Ιανουαρίου 2004 σε τριάντα ευρώ (30,00 6)».

      Με την παρ. 8γ του άρθρου 7 του ν. 3232/04, (Α΄48), ορίζεται ότι: «Η προβλεπόμενη από τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 12 του Ν. 2458/1997 (ΦΕΚ 15 Α΄) αύξηση των ποσών των μηνιαίων βασικών συντάξεων που καταβάλλονται από τον Ο.Γ.Α. (Ν. 4169/1961) ορίζεται από της 1ης Ιανουαρίου 2003 σε 14,67 ευρώ».

      Με την παρ. 1 του άρθρου 38 του ν. 3522/06, (Α΄276) ορίζεται ότι : «Η προβλεπόμενη, από τις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 7 του ν. 3232/2004 (ΦΕΚ 48 A΄), αναπροσαρμογή των ποσών των μηνιαίων βασικών συντάξεων του Ο.Γ.Α. (ν. 4169/1961) ορίζεται από 1ης Ιανουαρίου 2007 σε πενήντα (50) ευρώ και από 1ης Ιανουαρίου 2008 σε πενήντα δύο ευρώ και είκοσι πέντε λεπτά (52,25)».

  7. 7. Στους δικαιούχους της σύνταξης του ειδικού λογαριασμού ανασφαλίστων υπερηλίκων του Ν.1296/82 (ΦΕΚ 128 Α') και του Ν.2079/92, άρθρο 23 (ΦΕΚ 142 Α'), που συμπληρώνουν μετά την 31.12.2002 τις προϋποθέσεις του νόμου αυτού, όπως αυτές έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν, χορηγείται το ποσό σύνταξης το οποίο καταβάλλεται κάθε φορά στους καταστάντες μέχρι του έτους 2002 συνταξιούχους του Ο.Γ.Α. (Ν.4169/61).

Άρθρο 13 : Διαδοχική ασφάλιση

  1. 1. Οι περί διαδοχικής ασφάλισης διατάξεις, όπως κάθε φορά ισχύουν, έχουν εφαρμογή μεταξύ του καταργούμενου κλάδου πρόσθετης ασφάλισης και των άλλων φορέων επικουρικής ασφάλισης, εφόσον ο χρόνος ασφάλισης που διανύθηκε στον κλάδο αυτόν δεν θεωρήθηκε ως χρόνος διαδραμών στον Κλάδο Κύριας Ασφάλισης Αγροτών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.2 του άρθρου 5 του παρόντος νόμου.
  2. «Για τη χορήγηση επικουρικής σύνταξης γήρατος από τον Κλάδο Πρόσθετης Ασφάλισης Αγροτών απαιτείται
    1. α) συνταξιοδότηση του ασφαλισμένου από τον Κλάδο Κύριας Ασφάλισης Αγροτών ή άλλο φορέα κύριας ασφάλισης και
    2. β) η συμπλήρωση δέκα (10) ετών ασφάλισης και καταβολή εισφορών.
    3. Για τη χορήγηση σύνταξης λόγω αναπηρίας ή θανάτου απαιτείται:
    4. α) συνταξιοδότηση του ασφαλισμένου από τον Κλάδο Κύριας Ασφάλισης Αγροτών ή άλλο φορέα κύριας ασφάλισης και
    5. β) η συμπλήρωση πέντε (5) ετών ασφάλισης και καταβολή εισφορών»
    6. Το δεύτερο εδάφιο της παρ.1του άρθρου 13 προστέθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 3050/02, (Α΄214).

    «Για τη χορήγηση επικουρικής σύνταξης θανάτου από τον κλάδο πρόσθετης ασφάλισης απαιτείται ο επιζών σύζυγος ή η σύζυγος να μη συνταξιοδοτείται με ίδιο δικαίωμα από οποιαδήποτε πηγή περιλαμβανομένου και του Ο.Γ.Α., τα δε ορφανά παιδιά να πληρούν τις εκάστοτε οριζόμενες σχετικές προϋποθέσεις συνταξιοδότησης. Για τον υπολογισμό του ποσού της σύνταξης εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 2458/1997, όπως κάθε φορά ισχύουν. Η επικουρική συνταξιοδοτική παροχή του κλάδου πρόσθετης ασφάλισης αγροτών, γήρατος, αναπηρίας και θανάτου, ακολουθεί, όσον αφορά την αναστολή, διακοπή, συνέχιση ή επαναχορήγησή της, την κύρια σύνταξη»
    1. Τα εδάφια στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 13 προστέθηκαν με την παρ. 4 του άρθρου 53 του ν. 3518/06, (Α΄272).
    2. Με την παρ. Ι του άρθρου 138 του ν. 4052/1.3.12, (Α΄41), ορίζεται ότι : «I. Για τον υπολογισμό των ποσών που προβλέπονται από τις κατωτέρω διατάξεις λαμβάνεται υπόψη το ύψος του ποσού του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη της 31.12.2011:
    3. α) η αναγνώριση χρόνων ασφάλισης με εξαγορά των άρθρων 39- 41, 56 του ν. 3996/2011 (Α΄ 170), του άρθρου 2 παρ. 3 του ν. 1358/1983 (Α΄ 64), του άρθρου 40 παρ. 2 του ν. 2084/1992 (Α΄ 165), του άρθρου 20 του ν. 3232/2004 (Α΄ 48),
    4. β) του άρθρου 63 του ν. 2676/1999 (Α΄ 1), όπως αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 16 του ν. 3863/2010 (Α΄ 115),
    5. γ) του άρθρου 14 του ν. 3863/2010,
    6. δ) του άρθρου 29 παρ. 3 του ν. 1846/1951 (Α΄ 179), όπως ισχύει,
    7. ε) των άρθρων 8 και 17 του π.δ. 419/1983 (Α΄ 154), όπως ισχύουν, καθώς και του άρθρου 14 παρ. 5 του ν. 3232/2004 (Α΄ 48),
    8. στ) των άρθρων 8 και 17 του π.δ. 419/1980 (Α΄ 115), όπως ισχύουν, καθώς και του άρθρου 14 παρ. 5 του ν. 3232/2004 (Α΄ 48),
    9. ζ) του άρθρου 25 του ν. 3846/2010 (Α΄ 65),
    10. η) του άρθρου 9 παρ. 1 του Κανονισμού Παροχών ΤΕΑΥΕΚ,
    11. θ) όπου από τις κείμενες διατάξεις των Καταστατικών των φορέων επικουρικής ασφάλισης προβλέπεται αναστολή σύνταξης λόγω απασχόλησης συνταξιούχων,
    12. ι) του άρθρου 7 παρ. 1 του ν.1745/1987 (Α΄ 234) και του άρθρου 9 παρ. 3 του ν. 2458/1997 (Α΄ 15),
    13. ια) του άρθρου 11 παρ. 3 του ν. 2458/1997 και του άρθρου 13 παρ. 1 του ν. 2458/1997, όπως ισχύει».
  3. 2. Επίσης οι περί διαδοχικής ασφάλισης διατάξεις, όπως κάθε φορά ισχύουν, έχουν εφαρμογή μεταξύ του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών και των άλλων φορέων κύριας ασφάλισης. Στην περίπτωση αυτή περιλαμβάνεται και ο διανυθείς χρόνος στον καταργούμενο κλάδο πρόσθετης ασφάλισης, εφόσον θεωρήθηκε ως διαδραμών στον Κλάδο Κύριας Ασφάλισης, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.2 του άρθρου 5 του παρόντος νόμου.
  4. 3. Κάθε Οργανισμός ασφάλισης μεταξύ των οποίων και ο απονέμων υπολογίζει το ποσό της σύνταξης, που αντιστοιχεί στο συνολικό χρόνο ασφάλισης, κατά τη νομοθεσία του και προσδιορίζει το τμήμα ανάλογα με το χρόνο που πραγματοποιήθηκε στην ασφάλισή του. Το τμήμα της σύνταξης που προσδιορίζεται, σύμφωνα με τα ανωτέρω, δεν μπορεί να είναι κατώτερο από το ποσό που προκύπτει από τον υπολογισμό με βάση μόνο το χρόνο που πραγματοποιήθηκε σε κάθε Οργανισμό, εφόσον με το χρόνο αυτόν θεμελιώνεται αυτοτελές συνταξιοδοτικό δικαίωμα. Το άθροισμα των τμημάτων της σύνταξης που προσδιορίζεται από τους εμπλεκόμενους Οργανισμούς, σύμφωνα με τα ανωτέρω, αποτελεί το συνολικό ποσό σύνταξης που καταβάλλεται στο δικαιούχο από τον απονέμοντα τη σύνταξη Οργανισμό, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι περί κατωτάτων ορίων διατάξεις. Στο ανωτέρω συνολικό ποσό σύνταξης και ανεξάρτητα αν ο Ο.Γ.Α. είναι απονέμων ή συμμετέχων Οργανισμός, προστίθεται το ποσό της συνταξιοδοτικής παροχής που προβλέπεται από το ν. 4169/1961 και το ν.δ. 4575/1966 (ΦΕΚ 227 Α΄), όπως ισχύουν, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του ν. 2458/ 1997.
  5.  
  6. Οι ανωτέρω διατάξεις εφαρμόζονται και στις εκκρεμείς υποθέσεις
    1. Η παρ. 3 τροποποιήθηκε ως άνω με την παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 3050/02, (Α΄214). Η παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 3050/02 καταργήθηκε με την παρ. 8 του άρθρου 1 του ν. 3232/04, (Α΄48).

      Με την παρ. 8 του άρθρου 1 του ν. 3232/04, (Α΄48), ορίζεται ότι : «Στο συνολικό ποσό της σύνταξης διαδοχικά ασφαλισμένων του Ο.Γ.Α. και ανεξάρτητα αν ο Ο.Γ.Α. είναι απονέμων ή συμμετέχων οργανισμός προστίθεται το ποσό της συνταξιοδοτικής παροχής που προβλέπεται από το Ν. 4169/1961 και το Ν.Δ. 4575/1966 (ΦΕΚ 227 Α΄), όπως ισχύουν. Η παρ. 2 του άρθρου 8 του Ν. 3050/2002 και το πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 13 του Ν. 2458/1997 καταργείται. Εκκρεμείς αιτήσεις σε οποιοδήποτε στάδιο της διοικητικής διαδικασίας κρίνονται με τις διατάξεις που ισχύουν κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης με δυνατότητα του ασφαλισμένου να ζητήσει με νεότερη αίτηση την κρίση του δικαιώματός του με τις διατάξεις του παρόντος νόμου».

  7.  
  8. 4. [Καταργήθηκε καταργήθηκε με την παρ. 8 του άρθρου 1 του ν. 3232/04, (Α΄48)] Στην περίπτωση που ο Ο.Γ.Α. είναι συμμετέχων φορέας, ο υπολογισμός των οφειλόμενων ποσών για τους δικαιούχους στους οποίους χορηγήθηκε κατά το προηγούμενο έτος η παροχή, που προβλέπεται από το ν. 4169/1961 και το ν.δ. 4575/1966, θα πραγματοποιείται από τους άλλους ασφαλιστικούς Οργανισμούς εντός του πρώτου τριμήνου κάθε έτους και η σχετική δαπάνη θα αποδίδεται από τον Ο.Γ.Α. εντός του δεύτερου τριμήνου του ίδιου έτους
    1. Το δεύτερο εδάφιο προστέθηκε στην παρ. 4 με την παρ. 3 του άρθρου 8 του ν. 3050/02, (Α΄214).

  9. "5) Για τον προσδιορισμό του ποσού της σύνταξης που βαρύνει τον Ο.Γ.Α., στην περίπτωση διαδοχικής ασφάλισης, ο χρόνος ασφάλισης που διανύθηκε σε άλλους φορείς, καθορίζεται ως ακολούθως:
    1. α) Χρόνος ασφάλισης που διανύθηκε σε φορείς κύριας ασφάλισης μισθωτών, λογίζεται από τον Ο.Γ.Α. ως χρόνος διανυθείς στην τρίτη ασφαλιστική κατηγορία του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών.
    2. β) Χρόνος ασφάλισης που διανύθηκε σε φορείς κοινωνικής ασφάλισης αυτοαπασχολούμενων, λογίζεται από τον Ο.Γ.Α. ως διανυθείς στην πρώτη ασφαλιστική κατηγορία του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών.
    3. γ) Χρόνος ασφάλισης που διανύθηκε σε φορείς επικουρικής ασφάλισης, λογίζεται από τον Ο.Γ.Α. ως χρόνος διανυθείς στην Α΄ Ασφαλιστική Κλάση του Κλάδου Πρόσθετης Ασφάλισης Αγροτών"
    4. Η παρ. 5 του άρθρου 13 προστέθηκε από  το άρθρο 29 του ν.2874/00, (Α΄286)