ΝΟΜΟΣ ΥΠ΄ ΑΡΙΘ. 3234 της 18.02.2004 «Αναπροσαρμογή συντάξεων του Δημοσίου και άλλες διατάξεις» (Α΄52).
Άρθρο 3
Διάφορα συνταξιοδοτικά θέματα
1. Η ειδική μηνιαία εισφορά υπέρ του Δημοσίου, που θεσπίστηκε με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 20 του Ν. 2084/1992 και τις όμοιες του άρθρου 26 του Ν. 2592/1998, καταργείται από 1ης Ιανουαρίου 2008.
2. Οι διατάξεις του άρθρου 6 του Ν. 2703/1999 (ΦΕΚ 72 Α΄) έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τον Πρόεδρο και Αντιπρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου, καθώς και το Γενικό Διευθυντή του Εθνικού Φορέα Ελέγχου Τροφίμων (Ε.Φ.Ε.Τ.).
3.α. Οι τακτικοί υπάλληλοι του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού (Ε.Ο.Τ.) και της εταιρείας "Ελληνικά Τουριστικά Ακίνητα Α.Ε." που μετατάσσονται, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 22, 28 και 29 του Ν. 2636/1998 (ΦΕΚ 198 Α΄), σε υπηρεσίες του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. ή των Ο.Τ.Α. δύνανται σε προθεσμία τριών (3) μηνών από τη μετάταξή τους, με ανέκκλητη δήλωσή τους στις υπηρεσίες που έχουν μεταταχθεί, να επιλέξουν την παραμονή τους στο ασφαλιστικό συνταξιοδοτικό καθεστώς των τακτικών υπαλλήλων της Υπηρεσίας από την οποία προέρχονται. Το δικαίωμα επιλογής παρέχεται και σε όσους έχουν μεταταγεί, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, για τους οποίους η τρίμηνη προθεσμία υπολογίζεται από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.
β. Ο χρόνος υπηρεσίας όσων από τους ανωτέρω υπαλλήλους επιλέγουν την παραμονή τους στο προηγούμενο συνταξιοδοτικό ασφαλιστικό καθεστώς, στη νέα τους θέση θεωρείται για κάθε συνέπεια ότι διανύθηκε στην Υπηρεσία από την οποία προέρχονται.
γ. Οι ασφαλιστικές εισφορές που προβλέπονται από τη νομοθεσία των φορέων κύριας και επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και υγειονομικής περίθαλψης για την ασφάλιση του παραπάνω προσωπικού καταβάλλονται του μεν εργοδότη από την υπηρεσία στην οποία υπηρετούν, του δε ασφαλισμένου από τους ίδιους.
δ. Η ασφαλιστική συνταξιοδοτική τακτοποίηση του προσωπικού που διέπεται από τις διατάξεις της περίπτωσης β΄ της παραγράφου αυτής, όπου συντρέχει περίπτωση, για το χρονικό διάστημα από τη μετάταξή του μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα από τις οικείες διατάξεις του κάθε φορέα ή ταμείου, για την αναγνώριση προϋπηρεσιών ή χρόνου ασφάλισης, κατά περίπτωση.
ε. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τους υπαλλήλους του Ε.Ο.Τ. που έχουν ήδη μεταταγεί στη Γενική Γραμματεία Τουρισμού του Υπουργείου Ανάπτυξης με βάση τις διατάξεις του άρθρου 23 του Ν. 2738/1999 (ΦΕΚ 180 Α΄).
4.α. Το μόνιμο προσωπικό του Δημοσίου ή των Ν.Π.Δ.Δ. ή των Ο.Τ.Α. ή των ανεξάρτητων αρχών ή των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου του ευρύτερου δημόσιου τομέα που μετατάσσεται σε ανεξάρτητες αρχές σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 5 του Ν. 3051/2002 (ΦΕΚ 220 Α΄), όπως αυτές συμπληρώθηκαν με τις όμοιες του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του Ν. 3094/2003 (ΦΕΚ 10 Α΄), διατηρεί το ασφαλιστικό συνταξιοδοτικό καθεστώς κύριας, επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και υγειονομικής περίθαλψης που υπαγόταν πριν τη μετάταξή του και όλη η εφεξής υπηρεσία του στη νέα του θέση θεωρείται ότι διανύεται στη θέση από την οποία προέρχεται. Η διατήρηση του προηγούμενου της μετάταξης ασφαλιστικού συνταξιοδοτικού καθεστώτος από τους υπαλλήλους του προηγούμενου εδαφίου γίνεται με ανέκκλητη δήλωσή τους που υποβάλλεται στην υπηρεσία στην οποία μετατάσσονται. Η προθεσμία για την υποβολή της δήλωσης είναι τρεις (3) μήνες και αρχίζει για όσους μεν έχουν ήδη μεταταγεί από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, για όσους δε πρόκειται να μεταταγούν μετά την ισχύ του παρόντος, από την ημερομηνία έκδοσης της σχετικής πράξης.
β. Οι ασφαλιστικές εισφορές που προβλέπονται από τη νομοθεσία των φορέων κύριας, επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας, καθώς και υγειονομικής περίθαλψης για την ασφάλιση των ανωτέρω υπαλλήλων καταβάλλονται του μεν εργοδότη από τις υπηρεσίες στις οποίες μετατάσσονται, του δε ασφαλισμένου από τους ίδιους. Η ασφαλιστική συνταξιοδοτική τακτοποίηση των υπαλλήλων που διέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, όπου συντρέχει περίπτωση, για το χρονικό διάστημα από τη μετάταξή τους μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, γίνεται με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του κάθε φορέα ή ταμείου για την αναγνώριση προϋπηρεσιών ή χρόνου ασφάλισης, κατά περίπτωση. Οι διατάξεις του άρθρου 5 του Ν. 2320/1995 έχουν εφαρμογή, όπου συντρέχει περίπτωση, και για τους υπαλλήλους της παραγράφου αυτής.
γ. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν ανάλογη εφαρμογή και για το μόνιμο προσωπικό που μετατάσσεται σε ανεξάρτητες αρχές σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 5 του Ν. 3094/2003.
5.α. Το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου της Επιτροπής Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων, το οποίο εντάχθηκε σε οργανικές θέσεις τακτικών υπαλλήλων σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 3 του Ν. 2386/1996 (ΦΕΚ 4 Α΄), μπορεί με δήλωσή του που δεν ανακαλείται και υποβάλλεται μέσα σε τρεις (3) μήνες από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, να διατηρήσει το ασφαλιστικό συνταξιοδοτικό καθεστώς κύριας, επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και υγειονομικής περίθαλψης που είχε, αντί του ασφαλιστικού συνταξιοδοτικού καθεστώτος των μόνιμων υπαλλήλων της Επιτροπής Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων και όλη η εφεξής υπηρεσία του προσωπικού αυτού θεωρείται ότι διανύεται στον προηγούμενο ασφαλιστικό του φορέα.
β. Η ασφαλιστική συνταξιοδοτική τακτοποίηση του προσωπικού του προηγούμενου εδαφίου για χρονικό διάστημα από τη μονιμοποίησή του μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού γίνεται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του οικείου φορέα.
γ. Οι ασφαλιστικές εισφορές που προβλέπονται από τη νομοθεσία των φορέων κύριας, επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και υγειονομικής περίθαλψης για την ασφάλιση του παραπάνω προσωπικού καταβάλλονται του μεν εργοδότη από την Επιτροπή Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων, του δε ασφαλισμένου από τους ίδιους.
6.α. Το προσωπικό που υπηρετεί στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο κατά το χρόνο της μετατροπής του με το Ν. 3082/2002 (ΦΕΚ 316 Α΄) σε Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρεία "Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο Ελλάδος Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρεία" μπορεί με δήλωσή του, που δεν ανακαλείται και υποβάλλεται μέσα σε τρεις (3) μήνες από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, να διατηρήσει το ασφαλιστικό συνταξιοδοτικό καθεστώς κύριας, επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και υγειονομικής περίθαλψης που είχε, αντί του ασφαλιστικού συνταξιοδοτικού καθεστώτος στο οποίο θα υπαγόταν αυτοδίκαια μετά την κατά τα ανωτέρω μετατροπή και όλη η εφεξής υπηρεσία του προσωπικού αυτού στην ανώνυμη τραπεζική εταιρεία από τη σύστασή της θεωρείται ως πραγματική συντάξιμη υπηρεσία που διανύθηκε στο πρώην Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο.
β. Οι ασφαλιστικές εισφορές που προβλέπονται από τη νομοθεσία των φορέων κύριας, επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και υγειονομικής περίθαλψης για την ασφάλιση του παραπάνω προσωπικού καταβάλλονται του μεν εργοδότη από τη συσταθείσα ανώνυμη τραπεζική εταιρεία, του δε ασφαλισμένου από τους ίδιους.
γ. Ο υπολογισμός των εισφορών, η αναγνώριση υπηρεσιών και προϋπηρεσιών και ο κανονισμός της σύνταξης του προσωπικού της παραγράφου αυτής γίνεται με βάση τον εκάστοτε βασικό μισθό ενέργειας του μισθολογικού κλιμακίου ή του βαθμού του κλάδου δημοσίων πολιτικών υπαλλήλων με τους οποίους έχουν τα ίδια τυπικά προσόντα ή την ίδια κατηγορία και αντιστοιχεί στα έτη υπηρεσίας του κάθε υπαλλήλου μαζί με την προσαύξηση του επιδόματος χρόνου υπηρεσίας και ευδοκίμου παραμονής, όπως αυτά ορίζονται κάθε φορά από τις οικείες μισθολογικές διατάξεις του Δημοσίου. Τυχόν επιπλέον καταβαλλόμενα ποσά, πέραν των όσων καταβάλλονται στους δημοσίους υπαλλήλους και στους προς αυτούς εξομοιουμένους, δεν λαμβάνονται υπόψη για τις παραπάνω αιτίες, με την επιφύλαξη των διατάξεων του Ν. 2084/ 1992 για τους διορισθέντες από 1.1.1993 και μετά.
δ. Η ασφαλιστική συνταξιοδοτική τακτοποίηση του προσωπικού της παραγράφου αυτής για το χρονικό διάστημα από τη δημοσίευση του Ν. 3082/2002 μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα από τις οικείες διατάξεις του κάθε φορέα.
ε. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν ανάλογη εφαρμογή και για το προσωπικό που έχει ήδη μεταφερθεί στην ανώνυμη τραπεζική εταιρεία και θα μεταταχθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 6 του πέμπτου άρθρου του Ν. 3082/2002 σε δημόσιες υπηρεσίες, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού, σε ανεξάρτητες αρχές και περιφέρειες.
στ. Οι διατάξεις του άρθρου 5 του Ν. 2320/1995 έχουν εφαρμογή, όπου συντρέχει περίπτωση, και για το προσωπικό της παραγράφου αυτής.
7.α. Όπου στις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του Ν. 3075/2002 αναφέρεται "Περιφερειακό Σύστημα Υγείας (Πε.Σ.Υ.)" νοείται από την έναρξη ισχύος του Ν. 3106/2003 (ΦΕΚ 30 Α΄) το "Περιφερειακό Σύστημα Υγείας και Πρόνοιας (Πε.Σ.Υ.Π.)".
β. Το μόνιμο ή με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικό του Εθνικού Οργανισμού Κοινωνικής Φροντίδας (Ε.Ο.Κ.Φ.), το προσωπικό του Ιδρύματος Βρεφονηπιακών Σταθμών Αθηνών (Ι.Β.Σ.Α.), του Ιδρύματος Βρεφονηπιακών Σταθμών Θεσσαλονίκης (Ι.Β.Σ.Θ.), του Ιδρύματος Βρεφονηπιακών Σταθμών Λάρισας (Ι.Β.Σ.Λ.), το προσωπικό των υπηρεσιών των περιπτώσεων α΄, β΄, γ΄και δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του Ν. 2646/1998, καθώς και το προσωπικό των Ν.Π.Δ.Δ. που μετατράπηκαν σε περιφερειακές μονάδες του Πε.Σ.Υ.Π. με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του Ν. 3106/2003, το οποίο μετατάσσεται ή μεταφέρεται και επιλέγει την ένταξή του σε μόνιμες θέσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 2, 7 και 9 του άρθρου 1, της παραγράφου 2 του άρθρου 5, της παραγράφου 6 του άρθρου 6, των παραγράφων 8 και 11 του άρθρου 7, των παραγράφων 2, 3, 7, 9 και 10 του άρθρου 8 και του άρθρου 9 του Ν. 3106/2003 (ΦΕΚ 30 Α΄), στο Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας ή σε Υπηρεσίες των Περιφερειών ή σε Περιφερειακά Συστήματα Υγείας και Πρόνοιας (Πε.Σ.Υ.Π.) ή στο Εθνικό Συμβούλιο Κοινωνικής Φροντίδας (Ε.ΣΥ.Κ.Φ.) ή στο Εθνικό Κέντρο Άμεσης Κοινωνικής Βοήθειας (Ε.Κ.Α.Κ.Β.) ή στους Ο.Τ.Α. Α΄και Β΄ βαθμού, καθώς και σε υπηρεσίες Ν.Π.Δ.Δ. των Ο.Τ.Α. Α΄και Β΄ βαθμού ή άλλων Ν.Π.Δ.Δ., δύναται, αντί της αυτοδίκαιης υπαγωγής του στο ασφαλιστικό συνταξιοδοτικό καθεστώς κύριας, επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και υγειονομικής περίθαλψης που διέπει το αντίστοιχο προσωπικό της νέας του θέσης, να διατηρήσει το προηγούμενο της μετάταξης ή μεταφοράς του ασφαλιστικό συνταξιοδοτικό καθεστώς και όλη η εφεξής υπηρεσία του στη νέα του θέση θεωρείται ότι διανύεται στη θέση από την οποία προέρχεται. Η διατήρηση του προηγούμενου της μετάταξης ή μεταφοράς ασφαλιστικού συνταξιοδοτικού καθεστώτος από τους υπαλλήλους του προηγούμενου εδαφίου γίνεται με ανέκκλητη δήλωσή τους που υποβάλλεται στην υπηρεσία στην οποία μετατάσσονται ή μεταφέρονται. Η προθεσμία για την υποβολή της δήλωσης είναι τρεις (3) μήνες και αρχίζει για όσους μεν έχουν ήδη μεταταγεί ή ενταχθεί από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, για όσους δε πρόκειται να μεταταγούν ή ενταχθούν σε θέσεις μόνιμων υπαλλήλων μετά την ισχύ του παρόντος, από την ημερομηνία έκδοσης της σχετικής πράξης.
Η ασφαλιστική συνταξιοδοτική τακτοποίηση του προσωπικού της παραγράφου αυτής, όπου συντρέχει περίπτωση, για το χρονικό διάστημα από τη δημοσίευση του Ν. 3106/2003 ή του Ν. 2646/1998, κατά περίπτωση, μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα από τις οικείες διατάξεις του κάθε φορέα.
γ. Οι ασφαλιστικές εισφορές που προβλέπονται από τη νομοθεσία των φορέων κύριας, επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και υγειονομικής περίθαλψης για την ασφάλιση του ανωτέρω προσωπικού καταβάλλονται του μεν εργοδότη από τις υπηρεσίες στις οποίες μετατάσσεται ή μεταφέρεται, του δε ασφαλισμένου από τον ίδιο.
δ. Οι διατάξεις του άρθρου 5 του Ν. 2320/1995 έχουν εφαρμογή, όπου συντρέχει περίπτωση, και για το προσωπικό της παραγράφου αυτής.
ε. Ειδικά, το τακτικό προσωπικό του τέως ΠΙΚΠΑ εξακολουθεί από της μεταφοράς του στον Ε.Ο.Κ.Φ. με τις διατάξεις του Ν. 2646/1998 μέχρι τη μεταφορά του στο Πε.Σ.Υ.Π. ή τη μεταφορά ή τη μετάταξή του σε δημόσιες υπηρεσίες ή Ν.Π.Δ.Δ. ή τους Ο.Τ.Α., να διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 11 του Ν.Δ. 4277/1962 (ΦΕΚ 191 Α΄).
8.α. Στο τέλος του άρθρου 1 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων προστίθεται παράγραφος 13 που έχει ως εξής:
"13. Το τακτικό προσωπικό των μη συνταγματικά κατοχυρωμένων ανεξάρτητων διοικητικών αρχών, καθώς και τα μέλη των οικογενειών τους αποκτούν δικαίωμα σύνταξης από το Δημόσιο, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα αυτού."
β. Το προσωπικό της προηγούμενης παραγράφου υπάγεται στην ασφάλιση του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Δημοσίων Υπαλλήλων (Τ.Ε.Α.Δ.Υ.), του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων (Μ.Τ.Π.Υ.), του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων (Τ.Π.Δ.Υ.) για εφάπαξ βοήθημα, καθώς και στην υγειονομική περίθαλψη του Δημοσίου, με τους όρους και τις προϋποθέσεις των λοιπών τακτικών δημοσίων πολιτικών υπαλλήλων.
γ. Οι ασφαλιστικές εισφορές που προβλέπονται από τη νομοθεσία των φορέων κύριας και επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και υγειονομικής περίθαλψης για την ασφάλιση του ανωτέρω προσωπικού καταβάλλονται του μεν εργοδότη από τις ανεξάρτητες διοικητικές αρχές, του δε ασφαλισμένου από τους ίδιους.
δ. Η ασφαλιστική συνταξιοδοτική τακτοποίηση του προσωπικού, που διέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, από το διορισμό ή τη μετάταξή του στις ανεξάρτητες διοικητικές αρχές μέχρι την ισχύ του νόμου αυτού, όπου συντρέχει περίπτωση, γίνεται με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 17 του Ν. 2084/1992 και 59 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων, κατά περίπτωση, όπως ισχύουν κάθε φορά.
9. Το μόνιμο προσωπικό του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία "Εταιρεία Προστασίας Ανηλίκων Καρδίτσας", το οποίο διέπεται από τις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα (Ν. 2683/1999, ΦΕΚ 19 Α΄), όπως αυτές εφαρμόζονται στους υπαλλήλους των Ν.Π.Δ.Δ. και το οποίο ασφαλίζεται στον κλάδο συντάξεων του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ι.Κ.Α.), υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 11 του Ν.Δ. 4277/1962 (ΦΕΚ 191 Α΄), όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά, από της ισχύος του παρόντος νόμου.
10. Το τακτικό προσωπικό του Α΄ Θεραπευτηρίου Χρονίων Παθήσεων Αθηνών (Κέντρο Αποθεραπείας και Αποκατάστασης Ν.Α. Αττικής), του Β΄ Θεραπευτηρίου Χρονίων Παθήσεων Αθηνών, του Γ΄ Θεραπευτηρίου Χρονίων Παθήσεων Αθηνών, του Θεραπευτηρίου Χρονίων Παθήσεων Μελισσίων και του Κέντρου Κοινωνικής Αποκατάστασης Χανσενικών εξακολουθεί από της μεταφοράς του στο Θεραπευτήριο Χρονίων Παθήσεων Αττικής να διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 11 του Ν.Δ. 4277/1962.
11.α. Οι διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 7 του Ν. 2703/1999 (ΦΕΚ 72 Α΄) έχουν ανάλογη εφαρμογή και για το μόνιμο και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικό του Οργανισμού Βάμβακος που μετετάγησαν στο Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας (ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.) σε εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 5 του άρθρου 28 του Ν. 2637/1998 (ΦΕΚ 200 Α΄), όπως προστέθηκε με την παράγραφο 17 του άρθρου 24 του Ν. 2945/2001 (ΦΕΚ 223 Α΄).
β. Η τρίμηνη προθεσμία για την υποβολή της δήλωσης διατήρησης του προηγούμενου της μετάταξης ασφαλιστικού συνταξιοδοτικού καθεστώτος αρχίζει από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.
γ. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής ισχύουν από την έναρξη ισχύος του Ν. 2945/2001.
12. Ως μισθός με βάση τον οποίο κανονίζεται η σύνταξη των δημοσίων υπαλλήλων που διατέλεσαν ή διατελούν προϊστάμενοι των Ειδικών Υπηρεσιών Διαχείρισης, στις οποίες έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 7 του Ν. 2860/2000 (ΦΕΚ 251 Α΄), λαμβάνεται ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%) του μηνιαίου βασικού μισθού του βαθμού Γενικού Διευθυντή, προσαυξημένου με το επίδομα χρόνου υπηρεσίας που αντιστοιχεί στα έτη υπηρεσίας τους, με εξαίρεση όσους φέρουν βαθμό Γενικού Διευθυντή των οποίων η σύνταξη υπολογίζεται με βάση τις συντάξιμες αποδοχές του βαθμού τους. Τη σύνταξη αυτή δικαιούνται τα ανωτέρω πρόσωπα, εφόσον συντρέχουν αθροιστικά οι εξής προϋποθέσεις:
α) Να έχουν συμπληρώσει διετή θητεία σε θέσεις προϊσταμένων Ειδικών Υπηρεσιών Διαχείρισης.
β) Να έχουν τετραετή συνολική υπηρεσία στο βαθμό του Διευθυντή.
γ) Να έχουν αποχωρήσει από την Υπηρεσία από θέση προϊσταμένου Ειδικής Υπηρεσίας Διαχείρισης για οποιονδήποτε λόγο, με εξαίρεση την απόλυση για πειθαρχικό παράπτωμα.
13.α. Οι υπάλληλοι του ΚΕΠΕ που υπηρετούσαν σε αυτό κατά την έναρξη ισχύος του Ν. 2579/1998 (ΦΕΚ 31 Α΄) και μετατάχθηκαν ή μετατάσσονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 25 του Π.Δ. 94/2000 (ΦΕΚ 75 Α΄) σε υπηρεσίες του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. ή των Ο.Τ.Α. μπορούν, αντί της αυτοδίκαιης υπαγωγής τους στο ασφαλιστικό συνταξιοδοτικό καθεστώς κύριας, επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και υγειονομικής περίθαλψης που διέπει το αντίστοιχο προσωπικό της νέας τους θέσης, να διατηρήσουν το προηγούμενο της μετάταξής τους ασφαλιστικό συνταξιοδοτικό καθεστώς και όλη η εφεξής υπηρεσία τους στη νέα τους θέση θεωρείται ότι διανύεται στη θέση από την οποία προέρχονται. Η διατήρηση του προηγούμενου της μετάταξης ασφαλιστικού συνταξιοδοτικού καθεστώτος από τους υπαλλήλους του προηγούμενου εδαφίου γίνεται με ανέκκλητη δήλωσή τους που υποβάλλεται στην υπηρεσία στην οποία μετατάσσονται. Η προθεσμία για την υποβολή της δήλωσης είναι τρεις (3) μήνες και αρχίζει για όσους μεν έχουν ήδη μεταταγεί από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, για όσους δε πρόκειται να μεταταγούν μετά την ισχύ του νόμου αυτού, από την ημερομηνία έκδοσης της σχετικής πράξης.
β. Οι ασφαλιστικές εισφορές που προβλέπονται από τη νομοθεσία των φορέων κύριας, επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας, καθώς και υγειονομικής περίθαλψης για την ασφάλιση των ανωτέρω υπαλλήλων καταβάλλονται του μεν εργοδότη από τις υπηρεσίες στις οποίες μετατάσσονται, του δε ασφαλισμένου από τους ίδιους. Η ασφαλιστική συνταξιοδοτική τακτοποίηση των υπαλλήλων που διέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, όπου συντρέχει περίπτωση, γίνεται με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του κάθε φορέα.
Οι διατάξεις του άρθρου 5 του Ν. 2320/1995 έχουν εφαρμογή, όπου συντρέχει περίπτωση, και για τους υπαλλήλους της παραγράφου αυτής.
14.α. Οι μόνιμοι ιατροί του Ι.Κ.Α. που απολύθηκαν λόγω ορίου ηλικίας μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, χωρίς να έχουν συμπληρώσει πενταετή μόνιμη υπηρεσία, δύνανται, εφόσον έχουν συμπληρώσει χρόνο υπηρεσίας ιατρού του Ιδρύματος με σύμβαση το λιγότερο δέκα (10) χρόνων, είτε συνέχεια είτε με διακοπές, να αναγνωρίσουν ως συντάξιμες τις υπηρεσίες των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 2 του Ν.Δ. 4277/1962 (ΦΕΚ 191 Α΄), εφόσον υποβάλλουν σχετική αίτηση εντός ενός (1) έτους από την ισχύ του νόμου αυτού.
Το δικαίωμα που αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο ασκείται μόνο στον κλάδο κύριας σύνταξης του Ιδρύματος και με καταβολή εισφοράς 6,67%, υπολογιζομένης στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές εξόδου από την υπηρεσία, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης αναγνώρισης.
Το προκύπτον ποσό καταβάλλεται από τον ασφαλισμένο είτε εφάπαξ μέσα σε τρεις (3) μήνες από την κοινοποίηση της απόφασης είτε σε 24 ισόποσες μηνιαίες δόσεις.
Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης εξόφλησης δόσεων, το ποσό επιβαρύνεται με τα προβλεπόμενα για τις καθυστερούμενες εισφορές πρόσθετα τέλη.
Η καταβολή της σύνταξης που θεμελιώνεται με τις διατάξεις αυτές αρχίζει από την πρώτη του επόμενου μήνα από την εξόφληση των οφειλόμενων εισφορών.
β. Το παραπάνω δικαίωμα μπορεί να ασκηθεί μόνο εφόσον επιστραφεί η καταβληθείσα σύμφωνα με το άρθρο 4 του Ν.Δ. 4277/1962 αποζημίωση.
γ. Οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 4 του Ν.Δ. 4579/1966 (ΦΕΚ 234 Α΄) δεν έχουν εφαρμογή στην περίπτωση αυτή.
δ. Εάν τα πρόσωπα της παραγράφου 1 αποβιώσουν πριν την ολοσχερή εξόφληση της οφειλής, το ποσό των δόσεων που υπολείπονται καταβάλλεται από τα πρόσωπα στα οποία θα μεταβιβαστεί η σύνταξη.
15.α. Οι αξιωματικοί και ανθυπασπιστές πολεμικής διαθεσιμότητας ή πολεμικής αποστρατείας, ανεξαρτήτως του νόμου υπαγωγής τους, λαμβάνουν ισοβίως σε ποσοστό τον εκάστοτε βασικό μισθό και το επίδομα χρόνου υπηρεσίας των εν ενεργεία ομοιοβάθμων τους, κατά κατηγορίες, ως εξής:
αα) οι της Α΄ κατηγορίας το 100%,
ββ) οι της Β΄ κατηγορίας το 90%.
β. Στις παραπάνω αποδοχές προστίθενται στο ακέραιο τα επιδόματα που λαμβάνουν οι εν ενεργεία ομοιόβαθμοί τους, εκτός αν αυτά δεν προβλέπονται για τη συγκεκριμένη κατηγορία στρατιωτικών, από ειδικούς προς τούτο νόμους, που καθορίζουν γενικά τους μισθούς και τα επιδόματα των στρατιωτικών. Επίσης προστίθεται και η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του άρθρου 43 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων προσαύξηση, εφόσον θα την δικαιούνται συνταξιοδοτικά.
γ. Το επίδομα αναπηρίας των παραπάνω αξιωματικών και ανθυπασπιστών καθορίζεται αναλόγως από την οικεία Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή, για μία ή περισσότερες βλάβες από τραύματα ή παθήσεις εξαιτίας των οποίων έχουν υπαχθεί στις καταστάσεις πολεμικής διαθεσιμότητας ή πολεμικής αποστρατείας και υπολογίζεται σε ποσοστό επί του εκάστοτε καταβαλλόμενου βασικού μισθού, ως εξής:
γα) Για αναπηρία άνω του 50% και μέχρι 60%, ποσοστό 40%,
γβ) Για αναπηρία άνω του 60% και μέχρι 70%, ποσοστό 60%,
γγ) Για αναπηρία άνω του 70% και μέχρι 80%, ποσοστό 80%,
γδ) Για αναπηρία άνω του 80% και μέχρι 90%, ποσοστό 120%,
γε) Για αναπηρία άνω του 90%, ποσοστό 150%. Για ποσοστό αναπηρίας κάτω του 50% το επίδομα υπολογίζεται βάσει του ποσοστού αυτού, μη δυνάμενο να υπερβεί το 40%, επί του εκάστοτε καταβαλλόμενου βασικού μισθού.
Στις περιπτώσεις που από τη γνωμάτευση της οικείας Ανώτατης Υγειονομικής Επιτροπής, για την ένταξη στις καταστάσεις πολεμικής διαθεσιμότητας ή αποστρατείας δεν προσδιορίζεται ποσοστό αναπηρίας αλλά ποσοστό επιδόματος, σε συνάρτηση με την πάθηση για την οποία έχουν υπαχθεί στις καταστάσεις αυτές, το επίδομα αναπηρίας υπολογίζεται με βάση το ποσοστό αυτό επί του εκάστοτε καταβαλλόμενου βασικού μισθού, μη δυνάμενο όμως το ποσοστό αυτό να υπερβεί το 40%. Εάν στη γνωμάτευση της εν λόγω Επιτροπής δεν προσδιορίζεται ούτε ποσοστό αναπηρίας ούτε επιδόματος, καταβάλλεται αναπηρικό επίδομα σε ποσοστό 8% επί του εκάστοτε καταβαλλόμενου βασικού τους μισθού.
δ. Το επίδομα αεροθεραπείας ή λουτροθεραπείας καταβάλλεται στο αυτό ποσό για όλους τους παραπάνω στρατιωτικούς, ανεξαρτήτως του νόμου υπαγωγής τους, και είναι ίσο με αυτό που καθορίζεται κάθε φορά με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών για τους συνταξιούχους αναπήρους πολέμου ειρηνικής περιόδου και λοιπές κατηγορίες που δικαιούνται επιδόματος αεροθεραπείας ή λουτροθεραπείας.
ε. Οι διατάξεις των περιπτώσεων γ΄ και δ΄ της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται αναλόγως και στους υπαξιωματικούς που τίθενται σε κατάσταση πολεμικής αποστρατείας κατά τις διατάξεις του Ν. 875/1979 (ΦΕΚ 50 Α΄).
στ. Σε περίπτωση που, από τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, προκύπτουν συνολικές μηνιαίες αποδοχές μικρότερες από αυτές που λαμβάνουν οι δικαιούχοι κατά την έναρξη ισχύος τους, η τυχόν διαφορά διατηρείται ως προσωπική, μέχρι την κάλυψή της από οποιαδήποτε αύξηση αποδοχών, πλην της οικογενειακής παροχής.
ζ. Από την ημερομηνία ισχύος των διατάξεων της παραγράφου αυτής καταργείται κάθε άλλη διάταξη γενική ή ειδική, που ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα που ρυθμίζονται από αυτές.
16. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του Ν. 2703/1999 (ΦΕΚ 72 Α΄) έχουν ανάλογη εφαρμογή και για το προσωπικό των Ο.Τ.Α. που μετατάχθηκε ή μετατάσσεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 22 του άρθρου 8 του Ν. 2307/1995 (ΦΕΚ 113 Α΄), όπως αυτές έχουν αντικατασταθεί με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 12 του Ν. 2503/1997 (ΦΕΚ 107 Α΄).
17. Οι διατάξεις της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 1 του Ν. 3075/2002 αντικαθίστανται ως εξής:
"γ. Ο μέσος όρος του εισοδήματος που έχει δηλωθεί συνολικά κατά τα τρία προηγούμενα οικονομικά έτη, εκείνου που υποβάλλεται η αίτηση για συνταξιοδότηση, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και αυτό που προκύπτει με βάση τα τεκμήρια, να μην υπερβαίνει το 14πλάσιο της μηνιαίας κύριας σύνταξης που αντιστοιχεί στην ίδια χρονική περίοδο σε πτυχιούχο δημόσιο υπάλληλο πανεπιστημιακής εκπαίδευσης με 35 έτη δημόσιας υπηρεσίας."
18. Όπου συντρέχει περίπτωση και δεν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις, οι διατάξεις των προηγούμενων άρθρων και του παρόντος εφαρμόζονται αναλόγως και για τους υπαλλήλους των Ο.Τ.Α. και των άλλων Ν.Π.Δ.Δ. που διέπονται από το ίδιο με τους δημοσίους υπαλλήλους συνταξιοδοτικό καθεστώς, είτε οι συντάξεις τους βαρύνουν το Δημόσιο είτε τους οικείους φορείς, καθώς και για το προσωπικό του Οργανισμού Σιδηροδρόμων Ελλάδος και των υπαλλήλων των ασφαλιστικών ταμείων του προσωπικού των Σιδηροδρομικών Δικτύων, που διέπονται από το καθεστώς του Ν.Δ. 3395/1955 (ΦΕΚ 276 Α΄).
Οι διατάξεις των προηγούμενων άρθρων και του παρόντος εφαρμόζονται και για τα πρόσωπα στα οποία έχουν συντρέξει οι προϋποθέσεις των διατάξεων αυτών κατά το παρελθόν και έχουν εξέλθει της υπηρεσίας πριν από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, καθώς και για τις οικογένειες όσων από αυτούς έχουν πεθάνει.
Τα οικονομικά αποτελέσματα από την εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων άρθρων και του παρόντος, όπου δεν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις, αρχίζουν από την πρώτη του επόμενου μήνα εκείνου που υποβλήθηκε στις αρμόδιες υπηρεσίες η σχετική αίτηση.
Άρθρο 4
Διοικητικές διατάξεις
1. Απονέμεται στον προϊστάμενο του Τμήματος Συμβάσεων της Ειδικής Νομικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Εξωτερικών Χαρίλαο Ιωάννη Ζαχαριάδη μηνιαία προσωπική σύνταξη σε βάρος του Δημοσίου, ίση με εκείνη που κάθε φορά αντιστοιχεί στο βαθμό του Νομικού Συμβούλου της Ειδικής Νομικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Εξωτερικών με τριάντα πέντε (35) έτη δημόσιας υπηρεσίας. Η σύνταξη αυτή αρχίζει να καταβάλλεται από την πρώτη του επόμενου μήνα της έναρξης ισχύος του νόμου αυτού, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για τη συνταξιοδότηση των δημοσίων υπαλλήλων.
2. Για θέματα μισθών και συντάξεων γενικά το Ελεγκτικό Συνέδριο γνωμοδοτεί μόνο σε ερωτήματα του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών. Κάθε άλλη διάταξη που ρυθμίζει το θέμα αυτό διαφορετικά καταργείται.
3. Οι διατάξεις της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 10 του άρθρου 4 του Ν. 3075/2002 αντικαθίστανται, από τότε που ίσχυσαν, ως εξής:
"β. Ο λογαριασμός του Ν. 103/1975, που ετηρείτο από τα Ν.Π.Δ.Δ. για τη λήψη εφάπαξ βοηθήματος των υπαλλήλων του, διατηρείται και μετά τη μετατροπή τους σε ανώνυμες εταιρίες και διέπεται από την κείμενη νομοθεσία, όπως ισχύει κάθε φορά. Ο ειδικός αυτός λογαριασμός διατηρείται μέχρι την αποχώρηση όλων των υπαλλήλων της παραγράφου αυτής, οπότε και καταργείται αυτοδικαίως. Οι διατάξεις της περίπτωσης αυτής έχουν εφαρμογή και για τους μόνιμους υπαλλήλους των πρώην λιμενικών ταμείων, οι οποίοι κατά τη μετατροπή των ταμείων αυτών σε Α.Ε. είχαν ήδη μεταταγεί σε άλλες υπηρεσίες και είτε είχαν διατηρήσει το παλαιό ασφαλιστικό καθεστώς και τη συνέχιση της ασφάλισής τους στο καθεστώς του Ν. 103/1975 είτε είχαν εξαιρεθεί από τις διατάξεις του νόμου αυτού, διατήρησαν όμως το δικαίωμά τους για τμηματική καταβολή του εφάπαξ βοηθήματος κατά τη συνταξιοδότησή τους."
4. Στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 12 του άρθρου 17 του Ν. 2860/2000 (ΦΕΚ 251 Α΄), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 6 του άρθρου 23 του Ν. 3148/2003 (ΦΕΚ 136 Α΄), αντί των λέξεων "του άρθρου 3 του Π.Δ. 50/ 2001" τίθενται οι λέξεις "του άρθρου 2 του Π.Δ. 50/2001".
5.α. Αν σύζυγος ή τέκνα υπαλλήλων ή στρατιωτικών φονευθούν ή καταστούν πλήρως ανίκανοι για εργασία εξαιτίας ή εξ αφορμής εγκληματικής πράξης σχετικής με την ιδιότητα του συζύγου ή του γονέα τους, χορηγείται από το Δημόσιο εφάπαξ βοήθημα που ανέρχεται σε εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ.
β. Το βοήθημα αυτό καταβάλλεται:
1. Στο/στη σύζυγο ή τέκνο που κατέστη πλήρως ανίκανο για εργασία.
2. Στον επιζώντα σύζυγο και στα άγαμα τέκνα, κατ' ισομοιρία, εάν πρόκειται για θάνατο συζύγου.
3. Στους γονείς και στα τυχόν άγαμα τέκνα, κατ' ισομοιρία, εάν πρόκειται για θάνατο τέκνου. Εάν δεν απομένουν άλλα τέκνα, το βοήθημα λαμβάνουν κατ' ισομοιρία οι γονείς.
γ. Αν τα πρόσωπα της παραγράφου αυτής καταστούν διαρκώς μερικώς ανίκανα προς εργασία, για τους αναφερόμενους στην ίδια παράγραφο λόγους, χορηγείται σε αυτούς ποσοστό του προβλεπόμενου στην παράγραφο αυτή εφάπαξ βοηθήματος ανάλογο με το ποσοστό της ανικανότητάς τους.
δ. Οι διατάξεις των παραγράφων 3 του άρθρου 1 και 4 του άρθρου 2 του Ν. 1897/1990 (ΦΕΚ 120 Α΄), καθώς και οι όμοιες του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 8 του ίδιου νόμου, ως προς τη φύση της εγκληματικής πράξης, έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τις διατάξεις της παραγράφου αυτής.
ε. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται αναδρομικά από 1ης Ιανουαρίου 1997.
στ. Το εφάπαξ βοήθημα της παραγράφου αυτής δεν υπόκειται σε καμία κράτηση και δεν αποτελεί εισόδημα.
6. Ο συντελεστής προσδιορισμού του βασικού μισθού του βαθμού του Αρχηγού Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας (Α/Γ.Ε.ΕΘ.Α.) ορίζεται από 1ης Ιανουαρίου 2004 σε δύο και εξήντα εκατοστά (2,60) επί του βασικού μισθού του βαθμού ανθυπολοχαγού.
7. Ο χρόνος υπηρεσίας των υπαλλήλων που υπηρετούν στο Δημόσιο, τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, τους Ο.Τ.Α. και τις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις, ο οποίος προσφέρθηκε στις Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις πριν από το διορισμό τους, σε εφαρμογή αποφάσεων του Υπουργού Γεωργίας και οι δαπάνες μισθοδοσίας τους καλύπτονταν από το λογαριασμό διαχείρισης των λιπασμάτων του Υπουργείου Γεωργίας, λαμβάνεται υπόψη για την υπηρεσιακή εξέλιξη.